«Γη της πικραμένης Παναγιάς…»-Βασίλης Μαγκλάρας

 


Η μικροκαμωμένη ξεναγός μας περίμενε στο αεροδρόμιο της Λάρνακα, καλωσορίζοντάς μας με ένα χαμόγελο. –Με λένε Ζανέτ είπε και συνέχισε - θα είμαστε μαζί τις περισσότερες ώρες της ημέρας τις επόμενες μέρες. Η φωνή της έβγαινε καθαρή τονίζοντας μ’ ένα συλλαβιστό τρόπο τις λέξεις, προσδίδοντας με την Κυπριακή προφορά της μία ποιητική γλυκόλαλη εκφραστικότητα. 

 Ήταν ένα ταξίδι στη Μαρτυρική Μεγαλόνησο που ξεκίνησε με τουριστική διάθεση και κατέληξε σε προσκύνημα. Ένα προσκύνημα βουβό, ένοχο, σε μια ανελέητη σύγκρουση συναισθημάτων που πάγωναν τον επισκέπτη και τον άφηναν άφωνο και μετέωρο, ανάμεσα στη κτηνωδία και το μεγαλείο. Ανάμεσα στον αδικαίωτο ΑΓΩΝΑ ενός απροστάτευτου και προδομένου Ελληνισμού, που περιφρονεί τη μοίρα του και στην ανοχή ενός διαρκούς ειδεχθούς εγκλήματος κατά της ανθρωπότητας να παραμένει όρθιος. Ανάμεσα στην ανόθευτη πίστη για την τελική δικαίωση και στις μισό βουλιαγμένες συνειδήσεις που χάνονται στη συνομολογημένη ταπείνωση των συνθηκών, που δένουν με συρματοπλέγματα την ανεξαρτησία της Κύπρου, να κρατά αδιαίρετη την ακεραιότητά του. 

Αν και από τα παιδικά μου χρόνια η συμμετοχή μου σαν μαθητής, στα «συλλαλητήρια» συμπαράστασης του Κυπριακού αγώνα, είχαν εντυπώσει στη μνήμη μου αρκετά από τα ονόματα των ηρώων που θυσιάστηκαν, εν τούτοις δεν πίστευα ότι θα με συγκλόνιζε τόσο η αναφορά τους, όταν θα βρισκόμουν στον ΤΟΠΟ της ΘΥΣΙΑΣ ΤΟΥΣ. Ήταν η δεύτερη μέρα ξενάγησης και αφού είχαμε επισκεφθεί την προηγουμένη τον τάφο του Μακαρίου του τρίτου και τη μονή Κύκκου, η Ζανέτ μας πληροφόρησε από νωρίς ότι θα επισκεφτούμε σήμερα στη Λευκωσία και τα «φυλακισμένα μνήματα». Η φωνή της σαν να έχασε ξαφνικά τον τόνο της και η ανάσα της να μην χώραγε στα στήθια της, μίλαγε γρήγορα και κοφτά αφήνοντας κενά διαστήματα, λες και το μυαλό της ήταν αλλού, …απορροφημένο στις δικές της βιωματικές σκέψεις. –Τα ονόμασαν «φυλακισμένα μνήματα»-συνέχισε- γιατί βρίσκονται μέσα στις φυλακές του μοναδικού σωφρονιστικού καταστήματος που διαθέτουμε και το έκτισαν οι Άγγλοι στις αρχές του προηγούμενου αιώνα. Επειδή μετά την εκτέλεση, την σωρό των ηρώων συνόδευαν χιλιάδες Λαού στην ταφή, που διαδήλωναν κατά των Άγγλων, οι αποικιοκράτες από το φόβο των αντιδράσεων, σταμάτησαν να παραδίδουν τα παλικάρια στις οικογένειές τους. 

Έτσι, μετά την εκτέλεση δια απαγχονισμού, έθαβαν τη σωρό τους στο προαύλιο των φυλακών, ρίχνοντας μάλιστα και ένα οξύ που επιτάχυνε την αποσύνθεση, ώστε να μπορούν σύντομα να ενταφιάσουν και νέους Μάρτυρες. Η επίσκεψη στο χώρο των εκτελέσεων είναι μια τραυματική εμπειρία. Η αγχόνη… διατηρεί ακόμα ένα από τα τρία σχοινιά με ανοιχτή τη θηλιά να προκαλεί σοκ στη θέα της, τα άλλα δύο, το ένα το πήραν οι Άγγλοι ως λάφυρο, ενθύμιο του «πολιτισμού» τους, το άλλο συγχωρέστε με, στη σύγχυσή μου δεν άκουσα τι έγινε. Οι τοίχοι που στεγάζουν το ικρίωμα είναι γεμάτοι από φωτογραφίες «εικονίσματα» των ηρώων. Ήσαν όλοι τους νέα παιδιά που δεν χωρούσαν σε σκλαβωμένα χώματα και σε περιορισμό την Ελληνική τους ψυχή!!! Ο κατάλογος μακρύς, το βλέμμα θολό, το μυαλό θολωμένο, δεν ξέρεις αν αυτό που σε κατακλύζει είναι οργή, ή πόνος, διαβάζεις τα ονόματα των ηρώων και ο καθένας τους είναι ένα αδικαίωτο καρφί που σε σταυρώνει. Μιχαλάκης Καραολής-Ανδρέας Δημητρίου-Ιάκωβος Πατάτσος-Ανδρέας Ζάκος-Χαρίλαος Μιχαήλ-Στέλιος Μαυρομάτης-Μιχαήλ Κουτσόφτας-Ανδρέας Παναγίδης - Ευαγόρας Παλληκαρίδης!!! 

 Ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης ήταν μόλις 19 χρονών όταν θυσιάστηκε!!! Έξω ακριβώς από το μαρτυρικό χώρο, υπάρχει ένα μικρό βιβλιοπωλείο, που το περιεχόμενό των βιβλίων του είναι ιστορικές αναφορές στους ήρωες της Κυπριακής τραγωδίας. Έσπευσα να αγοράσω κάποια χωρίς να κάνω επιλογές, όταν με πληροφόρησε η γυναίκα μου πως η ευγενική ηλικιωμένη κυρία στο βάθος του μαγαζιού, ήταν η μία αδελφή του Ευαγόρα Παλληκαρίδη. Ασυναίσθητα ξεχώρισα ένα από τα βιβλία που αγόρασα, στο οποίο δημοσιεύονταν ποιήματα που είχε γράψει στη νεαρή του ηλικία αυτό το παλικάρι, λίγο πριν τον κερδίσει η αιωνιότητα. Μεταφέρω μερικούς στίχους του ενδεικτικά. «Θα πάρω μιάν ανηφοριά-θα πάρω μονοπάτια-να βρω τα σκαλοπάτια- που παν στη λευτεριά» και «Την Ελλάδα αγαπώ, αλλά και σένα-μ’ έναν έρωτα μεγάλο, αληθινό-τα γαλάζια σου τα μάτια τα θλιμμένα-τον καθάριο της θυμίζουν ουρανό.»

 Πίστεψα ότι φεύγοντας από αυτόν τον Μαρτυρικό Τόπο, θα ηρεμούσα και θα ξανάμπαινα σε τάξη από τη σύγχυση μου, όμως εδώ οι τραγωδίες μπλέκονται αλυσιδωτά σαν να διεκδικούν το χρόνο τους, δεν έχουν σειρά, τρέχουν απανωτά σε μια ανεξάντλητη μάχη της δόξας με το θάνατο. Ο μικρός λοφίσκος στο νεκροταφείο δίπλα από το κλειστό αεροδρόμιο της Λευκωσίας, μας υπενθυμίζει τον άδικο θάνατο των Ελλήνων στρατιωτών το 1974, που κατερρίφθη το στρατιωτικό αεροσκάφος τους από Ελληνοκυπριακά πυρά μετά από λάθος συνεννόηση. Ένα ακόμα κατόρθωμα της χουντικής ανικανότητας, που είχε καταφέρει να αποσυντονίσει τα σχέδια των στρατιωτικών επιχειρήσεων, αφήνοντας γυμνές τις ένοπλες δυνάμεις μας. Τα στρατιωτικά φυλάκια των Τούρκων που στέκονται αμείλικτα και προκλητικά δίπλα και ανάμεσα στα σπίτια των ανθρώπων χωρίζοντας την πρωτεύουσα της Κύπρου στα δύο, σε κάνουν να νιώθεις πως βρίσκεσαι και ΒΡΙΣΚΕΣΑΙ σε διαρκή απειλή. 

 Οι σημαίες των Τούρκων και του ψευδοκράτους ανεμίζοντας πάνω από τις στέγες Ελληνικών σπιτιών, που σήμερα τα κατέχουν παράνομα οι εισβολείς του Αττίλα, γράφοντας τις αποφάσεις του ΟΗΕ και το Διεθνές Δίκαιο στα μιλιταριστικά τους άρβυλα. Μόνη παρηγοριά η ελπίδα, μόνη ελπίδα η ευχές και οι πινακίδες που δηλώνουν πως η Κυπριακή Δημοκρατία δεν τελειώνει στα συρματοπλέγματα, αλλά στο λιμάνι της Κερύνειας, στις παραλίες της Αμμοχώστου, στη ακτογραμμή που περιβάλλει όλο το νησί. Η Κύπρος είναι ένα πανέμορφο νησί, δεν το διάλεξε τυχαία η Αφροδίτη, δεν το κατέκτησαν χωρίς να το θαυμάσουν ακόμα και οι κατακτητές από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, δεν το ύμνησαν άνευ λόγου οι ποιητές. «Χρυσοπράσινο φύλλο ριγμένο στο πέλαγος…»!!!! 

 Είχαμε σχεδόν ολοκληρώσει το μεγαλύτερο μέρος του προγράμματος των επισκέψεών μας, περνώντας δίπλα από τα συρματοπλέγματα των Αγγλικών βάσεων, για να επισκεφτούμε Μονές και αρχαιολογικούς χώρους. Η ομορφιά της Λεμεσού, της Πάφου , της Λάρνακα, μας είχαν ξαλαφρώσει κάπως από την πίεση των συναισθημάτων, που μας προξένησε η άμεση επαφή με την νεότερη Ιστορία της Κύπρου. Έτσι, μας δόθηκε η ευκαιρία να θαυμάσουμε την αθεράπευτη δίψα για ζωή των Ελληνοκυπρίων. Αυτή τη δίψα της δημιουργίας που τους ξεχωρίζει ανάμεσα σε κατακτητές και αποικιοκράτες. Αυτή η δίψα της σύγκρισης, που έγινε σύγκρουση των πολιτισμών, για να μετατρέψει την ελεύθερη Κύπρο σ’ ένα απέραντο εργοτάξιο, με πειθαρχημένη ανοικοδόμηση, που δημιουργεί ανθρώπινες πόλεις που δεν καταπιέζουν τους Πολίτες τους. 

 Που κατασκευάζει «πράσινους» δρόμους χωρίς να τους επιβαρύνει με διόδια. Που παρέχει κοινωνικές υπηρεσίες στους Πολίτες της, μέσα σε μια άκρως ανταγωνιστική οικονομία. Που τους κάνει να νιώθουν, ότι η επόμενη μέρα τους ανήκει, όσο κι’ αν την εμποδίζει η βαρβαρότητα, όσο κ’ αν ενοχλεί τους ισχυρούς της γης. Σιγά, σιγά, φορτώνοντας τις μέρες μας με χιλιάδες ΓΙΑΤΙ, και χιλιάδες θαυμαστικά, φτάσαμε στη τελευταία μέρα μας στο Μαρτυρικό Νησί. Η φωνή της Ζανέτ ξαναπήρε εκείνη τη περίεργη απόχρωση που της δυσκόλευε την ανάσα και την έκανε να μιλά κοφτά με πολλά διαλλείματα. –Σήμερα αφού περάσουμε από ένα μικτό χωριό, που η Δημοκρατία μας παρέχει και στους Τουρκοκύπριους τα αγαθά της παιδείας, της περίθαλψης, της προστασίας και αφού δούμε στα αριστερά μας το λεηλατημένο χωριό της Άχνας, που οι Τούρκοι στρατιώτες άρπαξαν ακόμα και τα κουφώματα για να τα πουλήσουν στην Τουρκία, θα σταματήσουμε για λίγο στη Δερύνεια. 

 -Εκεί.., από την ταράτσα ενός σπιτιού θα μπορέσουμε να δούμε τον Τόπο που Μαρτύρησαν τα παλικάρια μας Τάσος Ισαάκ και Σολωμός Σολωμού. Μετείχαν σε μια ειρηνική διαμαρτυρία δικυκλιστών που ξεκίνησαν από την «πτώση» του τοίχους του Βερολίνου και έφτασαν ως εδώ, για να διαδηλώσουν ότι δεν μπορούν να υπάρχουν πλέον ΦΡΑΧΤΕΣ ανάμεσα στους Λαούς. -Τον Τάσο Ισαάκ του πολτοποίησαν το κεφάλι με μία πέτρα οι «γκρίζοι λύκοι», που είχαν κουβαληθεί από την Τουρκία, φέροντας τα χρώματα των κυανόκρανων του ΟΗΕ. Τον Σολωμό Σολωμού τον εκτέλεσε εν ψυχρώ ο υπασπιστής του Ντεκτάς, με μια σφαίρα στη καρωτίδα. Για να επαινέσει δε την εγκληματική του πράξη ο Ντεκτάς, τον έκανε υπουργό γεωργίας στο ψευδοκράτος. Ήμουν στην ταράτσα του σπιτιού που μας δέχθηκε και κοιτούσα σε απόσταση αναπνοής το σημείο που διαδραματίστηκαν τα τραγικά γεγονότα. Ο ιστός που δολοφονήθηκε ο Σολωμός Σολωμού να κρατά αγέρωχα την Τούρκικη σημαία. 

Το στρατιωτικό φυλάκιο με τους Τούρκους στρατιώτες να προκαλεί το Εθνικό μας συναίσθημα και ακριβώς μπροστά μας να απλώνεται η Αμμόχωστος. Ή μάλλον, το φάντασμα αυτής της πανέμορφης έρημης πόλης, που στέκει «μαρμαρωμένη» στην ακροθαλασσιά, ζητώντας από τη θάλασσα να γιάνει τις πληγές της. Στη συνέχεια επισκεφτήκαμε τον Ιερό Ναό της Αγίας Νάπας στο κοσμοπολίτικο ομώνυμο χωριό. Δεν ξέρω αν ήταν εκεί, ή στον Ιερό Ναό του Αγίου Λαζάρου, ή σε όλους τους Ιερούς Ναούς που προσκυνήσαμε αλλά εκεί μάλλον το συνειδητοποίησα, το Θείο βλέμμα της Παναγιάς ήταν σε κάθε προσκύνημα θλιμμένο. Είμαστε στο δρόμο της επιστροφής, οι εικόνες που έζησα ξαναγύριζαν στη σκέψη μου προσπαθώντας η μια να καταλάβει πιο εξέχουσα θέση από την άλλη. Τι να πρωτοθυμηθώ. Το πείσμα των ανθρώπων που προσπερνούσαν το πεπρωμένο τους; 

Τον φίλο που γνωρίσαμε πίνοντας ένα καφέ στη παλιά αγορά της Λεμεσού, που οι πολιτικές του αναλύσεις ήταν πιο στοχαστικές από τις ξενέρωτες τοποθετήσεις των πολιτικών μας; Τις δύο μαθήτριες που συνάντησα έξω από τον Ιερό Ναό του Αγίου Λαζάρου στη Λάρνακα, περιμένοντας να παρελάσουν, γιορτάζοντας την έναρξη του αγώνα την 1η Απριλίου του 1955, κατά των Άγγλων; Όταν μάλιστα τις ρώτησα, αν ήξεραν τι γιορτάζουμε στην Ελλάδα την 25η Μαρτίου, χωρίς καν να το σκεφτούν μου απάντησαν και οι δύο – Την Επανάσταση του 1821!!! (Την Επανάσταση του 1821, πόσα Ελληνόπουλα άραγε τη θυμούνται;) Απ’ το παράθυρο του αεροπλάνου μας έπαιρνα τις τελευταίες εικόνες, από αυτό το πανέμορφο νησί και του άφηνα ένα κομμάτι από την ψυχή μου, σαν υπόσχεση ότι θα μείνει ζωντανό για πάντα στη καρδιά μου. Οι στίχοι του Λεωνίδα Μαλένη έρχονταν να συνοδεύσουν τις σκέψεις μου, μαζί με τις τελευταίες ματιές μου στο νησί της Αφροδίτης. «Γη του ξεραμένου λιβαδιού-γη της πικραμένης Παναγιάς-γη του λίβα, τ’ άδικου χαμού-τ’ άγριου καιρού, των ηφαιστείων. –Χρυσοπράσινο φύλλο-ριγμένο στο πέλαγος…» Μαγκλάρας Βασίλης magklarasvas@yahoo. gr

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια