Άρθρο του Γιώργου Τζέλλου για το βιβλίο του Μιχάλη Πιτένη ¨Γιαλαν Ντουνιάς"

 



ΓΙΑΛΑΝ ΝΤΟΥΝΙΑΣ


Το βιβλίο μυθιστόρημα του Κοζανίτη Μιχάλη Πιτένη.

Άκουσα για αυτό πρώτη φορά στις 25 Γενάρη από τον ίδιο το συγγραφέα , το προμηθεύτηκα απο το Συνεταιριστικό Βιβλιοπωλείο , το βρήκα ενδιαφέρον και να η άποψή μου για αυτό.

Το μυθιστόρημα αυτό είναι ότι καλύτερο για όσους Κοζάνίτες-με την ευρεία έννοια- θα ήθελαν να επανασυνδέσουν τη μνήμη τους με το παρελθόν και να "ξαναζήσουν" νοερά για λίγες μέρες, καθώς θα το διαβάζουν, τα όσα έζησαν στα παιδικά και νεανικά τους χρόνια την περίοδο των δεκαετιών 1950-1960-και αρχές του 1970. Αν μάλιστα καταλαβαίνουν την κοζανίτικη ντοπιολαλιά-ιδίωμα ) ακόμα καλύτερα γιατί οι διάλογοι των προσώπων-που είναι συχνοί, αλλά λακωνικοί - γίνονται με βάση αυτή.

Βέβαια μπορούν να το διαβάσουν και όσοι δεν γνωρίζουν την ντοπιολαλιά , καθώς παρατίθενται οι ¨άγνωστες¨ λέξεις στο περιθώριο της κάθε σελίδας "μεταφρασμένες" και στη σύγχρονη ομιλούμενη.

Το μεγαλύτερο μέρος αφορά την αφήγηση του Νικολάκη Κανιούλα για την ζωή των παιδικών του χρόνων στην Κοζάνη και στη Θεσσαλονίκη αργότερα, καθώς είχε αποβληθεί από όλα τα γυμνάσια της Κοζάνης.

Κεντρικό γεγονός ένας γάμος, της Αφρατής και του Γιώρη, που ήταν να γίνει το Δεκέμβριο του 1960 και που δεν έγινε ποτέ. Μας το λέει από την αρχή. Ναι αλλά γιατί δεν έγινε; Τι να έφταιξε; Και ποια η σχέση του δεκαπεντάχρονου Νικολάκη τότε με το γεγονός αυτό; Μας το ξεκαθαρίζει στο τέλος.

Ο συγγραφέας, φιλόλογος λογοτέχνης ,άριστος χειριστής της ντοπιολαλιάς και της σύγχρονης Ελληνικής γλώσσας, , περιγράφει καταπληκτικά και παραστατικά , με πλούτο εικόνων και λεπτομερειών τις σκηνές που διαδραματίζονται . Αναδεικνύει δε κατά τον καλύτερο τρόπο τους χαρακτήρες των ηρώων του μύθου που έχει πλάσει , σε κρατάει σε μια συνεχή αγωνία-εγρήγορση για την εξέλιξη της υπόθεσης και πετυχαίνει ευχάριστα αυτό στο οποίο στόχευε. Την "επιστροφή." πενήντα χρόνια πίσω. Να θυμηθούμε εμείς οι σημερινοί, άνω των εξήντα, κάτοικοι της Κοζάνης και των χωριών της , πως ήταν η ζωή μας στο ξεκίνημα της. Πως ήταν η κοινωνία της Κοζάνης , μετά από τη συγκλονιστική δεκαετία του 1940 με πόλεμο κατά των κατακτητών , αλλά και με τον αδελφοκτόνο πόλεμο. Ποια ήταν τα ήθη , τα έθιμα, οι σχέσεις των ανθρώπων, πως τα θέματα τιμής καθόριζαν τη στάση και τη συμπεριφορά των ανθρώπων, πως ήταν ή ίδια η πόλη και η εξέλιξη της απο την ΛΙΠΤΟΛ και μετά. Κύριο χαρακτηριστικό στοιχείο η φτώχεια για τους περισσότερους που αργά , αλλά βασανιστικά, μειώνεται με τα έργα που γίνονται , αλλά όχι για όλους. Αυτοί που δεν βολεύονται φεύγουν.

Την περίοδο αυτή χιλιάδες νέοι μεταναστεύουν στη Δ. Γερμανία. Αλλά αυτό δεν επιτρέπεται αν δεν έχεις Πιστοποιητικό Κοινωνικών Φρονημάτων.

Ο αναγνώστης θα ευχαριστηθεί το διάβασμα του βιβλίου , διότι συχνά θα γελάσει με διάφορα ευτράπελα , θα αισθανθεί οτι σαν να συμμετέχει και ίδιος με ένα ρόλο στην πλοκή του έργου. Θα συμφωνήσει ναι έτσι ήταν τότε η ζωή.

Οι άνθρωποι τότε ήταν όπως και τώρα. Διακρίνονταν από αγάπη , φιλία, τιμιότητα , χιούμορ, εργατικότητα και αλληλεγγύη. Ωστόσο υπήρχε και ζήλεια και μίσος , συκοφαντίες, διακρίσεις και μπούλιγκ.

Η εξέλιξη της πλοκής του μυθιστορήματος είναι συγκλονιστική. Δεν ξερω αν όλοι θα αντέξουν τη δοκιμασία που θα περάσουν διαβάζοντας το. Υπάρχουν τραγικά πρόσωπα αλλα περιορίζομαι στα πλέον θετικά πρόσωπα του έργου που για μένα είναι η ικανότατη και έξυπνη κυρά Λεν' και η μάνα της, η γιαγιά Μαρίτσα με τη μεγάλη αγκαλιά που είναι πολλαπλά χρήσιμη..

Και τίθεται το ερώτημα. Πως , ενώ όλα στην πλοκή είναι ένα ψέμα μοιάζουν τόσο αληθοφανή και δένουν με την εποχή τους; Αφού ο συγγραφέας το 1965 ήταν παιδί τριων ετών;

Η απάντηση βρίσκεται στο γεγονός οτι επειδή γνώριζε την ιστορία της και την ανθρωπογεωγραφία της ήταν σαν να έζησε και πριν στην Κοζάνη, αλλα και κυρίως βρίσκεται στη συγγραφική του ικανότητα.

Από το βιβλίο κρατώ τη φράση του Νικολάκη που λογικά εκφράζει το συγγραφέα "Χαίρομαι τους ανθρώπους, που καταφέρνουν να ξεχνούν. Να συγχωρούν εαυτούς και αλλήλους. Να προσπερνούν. Τους ζηλεύω. Ανήκω σ’ εκείνους που, δεν ξέρω αν είναι πολλοί ή λίγοι, αλλά εικάζω οι λιγότεροι, κολλούν σε γεγονότα, όπως ένα αυτοκίνητο στη λάσπη, κι ενώ θέλουν, στ’ αλήθεια το θέλουν, να προχωρήσουν μπροστά, μένουν στο ίδιο σημείο. Και ξεμένουν σ’ ένα παρελθόν που δεν έχει ουσιαστικά τίποτα να τους προσφέρει, παρά μόνο την επώδυνη επανάληψη όσων θα ’ πρεπε, με κάθε τρόπο, ν’ αφήσουν πίσω τους. Μια διαδικασία, που μοιάζει με πληγή, η οποία ενώ ετοιμάζεται να κλείσει την ξανανοίγεις, τη ματώνεις, με το ίδιο σου το δάχτυλο. Και πάλι απ’ την αρχή. Και πάλι… Και πάλι..." (κεφάλαιο 44 ).

Μπράβο κύριε Μιχάλη Πιτένη και σε ευχαριστώ πολύ που για εφτά βράδια με συντρόφευε το βιβλίο σου.

Γιώργος Τζέλλος τ. Δήμαρχος Αιανής   



Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια