«Δεν
είναι η δόξα, δεν είναι τα λεφτά… είναι του δρόμου ή χαρά!» Μόνο η Βουλή έχει
την αρμοδιότητα να ασκεί δίωξη κατά όσων διατελούν ή διετέλεσαν μέλη της
Κυβέρνησης ή Υφυπουργοί για ποινικά αδικήματα που τέλεσαν κατά την άσκηση των
καθηκόντων τους, όπως νόμος ορίζει, λέει η πρώτη παράγραφος του Άρθρου 86, ενώ στο
τελευταίο εδάφιο της τέταρτης παραγράφου αναφέρεται πως σε περίπτωση παραπομπής
προσώπου που διετέλεσε μέλος της Κυβέρνησης ή Υφυπουργός, ενώπιον του Ειδικού
Δικαστηρίου συμπαραπέμπονται και οι τυχόν συμμέτοχοι, όπως νόμος ορίζει.
Είτε
έτσι λοιπόν, είτε αλλιώς, συμμέτοχοι σε ένα έγκλημα είναι και εκείνοι που το
υποθάλπουν. Άλλωστε όποιος εν γνώσει του ματαιώνει τη δίωξη άλλου για
κακούργημα ή πλημμέλημα που διέπραξε… τιμωρείται με φυλάκιση, όπως αναφέρει και
το Άρθρο 231 του Ποινικού Κώδικα.
Σε
κάθε περίπτωση ο Λουδοβίκος ΙΔ ήταν εκείνος που είπε το περίφημο “L’ Etat c’ est
moi”.. καταργώντας διάφορους θεσμούς, παίρνοντας όλη την εξουσία στο πρόσωπό
του μην αφήνοντας σε κανέναν άλλο δικαιώματα, παρά μόνο στον εαυτό του… αυτά
όμως στις εποχές όπου ακόμη δεν είχε επινοηθεί η διάκριση των εξουσιών. Όπως
περιέγραφα στο προηγούμενο άρθρο μου (Από την τραγωδία στην κάθαρση: Ποινική
ευθύνη υπουργών), η διάκριση των εξουσιών είναι αναπόσπαστο στοιχείο του
δημοκρατικού πολιτεύματός μας, και πυρήνας της δημοκρατικής αρχής. Άλλωστε, η
κάθαρση στον πολιτικό χώρο δεν υπαγορεύεται μόνο από τη γενικότερη ανάγκη
κολασμού του κάθε εγκλήματος αλλά επιβάλλεται και για έναν πολύ σημαντικό λόγο:
στο βαθμό που η εξουσία αποτελεί μοντέλο συμπεριφοράς για τον πολίτη τα όποια
ανομήματά της, ποινικά κολάσιμα ιδίως, οδηγούν στην εκθεμελίωση αξιών πάνω στις
οποίες δομείται το κοινωνικό γίγνεσθαι ενός λαού. Όταν δηλαδή οι όποιοι φορείς
της εξουσίας παραβιάζουν κανόνες δικαίου ο κοινός πολίτης διαπαιδαγωγείται στη
μη τήρησή τους γιατί όπως διδάσκει η κοινωνική ψυχολογία έχει την τάση να
μιμείται την εξουσία. Έτσι λοιπόν από τη στιγμή που ένας πολιτικός κατηγορείται
για πράξεις ποινικά κολάσιμες πρέπει να κινούνται πάντοτε οι διαδικασίες που να
καταλήγουν στην πλήρη απόδειξη της αθωότητας ή της ενοχής του. Συνεπώς η δήλωση
του προέδρου του ΠΑΣΟΚ πως (την παραθέτω αυτούσια) “Οι ενδείξεις ενοχής του
Γιώργου Παπακωνσταντίνου για την αλλοίωση στοιχείων της λίστας Λαγκάρντ ρίχνουν
στο κενό την επιχείρηση συκοφάντησης και στοχοποίησης του προσώπου μου. Η
αλήθεια έλαμψε και φώτισε, για ακόμα μια φορά, την αθωότητά μου και την
ακεραιότητά μου. Σήμερα αποδεικνύεται πόσο ορθή ήταν η απόφασή μου να μη ρίξω
ούτε μια ματιά στη λίστα Λαγκάρντ και να την κρατήσω στο συρτάρι μου για ένα
χρόνο. Νιώθω αηδία από τα στοιχεία που έφερε στο φώς η εισαγγελική έρευνα. Αν
ήξερα εκ των προτέρων πως στη πολιτική μου καριέρα θα συναντούσα ελεεινούς
ανθρώπους, δεν θα είχα κατέλθει ποτέ στην πολιτική κονίστρα”, αποτελεί μια
υπέροχη εισαγωγή για την απαλλαγή από το πολιτικό σύστημα όλων όσων συνέβαλλαν
στην απώλεια της εμπιστοσύνης μεταξύ πολιτών και θεσμών και στην συνεπακόλουθη
εμφάνιση των άκρων στην κοινωνία.
«Ο
ένας βιάζεται και όνειρα σκαρώνει, ο άλλος άγρυπνος κρατάει το τιμόνι». Στο
προηγούμενο άρθρο μου είχα αναφέρει πως η δομή του Άρθρου 86 είναι αισχρή, τόσο
που δείχνει πρόδηλα φάλτσο στη νοηματική υφή που επιβάλλεται να εκπέμπει.
Άλλωστε πως είναι δυνατό να κρίνονται οι Υπουργοί από ομοίους τους και μόνο
κατά παραπομπή να αποφαίνεται η δικαιοσύνη; Αλλά ακόμη κι έτσι, δεν τη
γλιτώνει… «Με τούτο το σαράβαλο, με δανεική βενζίνα, ένας καρνάβαλος η τέλεια
κομπίνα, ταπί και ψύχραιμοι γυρίζουμε στο σπίτι, πάλι του έξυπνους τους ‘πιασαν
απ’ τη μύτη». Σε άλλο προηγούμενο άρθρο μου κάποιους μήνες πριν (Η ελευθερία
της πληροφόρησης στη Δημοκρατία: Από την αποκάλυψη στη συγκάλυψη εγκλημάτων)
ανέφερα μεταξύ άλλων για το ποιος μπορεί να κρίνει εάν κάποιο υποκλαπέν προϊόν
(που να ήξερε ο κ. Faltsiani πως με μια υποκλοπή παράνομων δραστηριοτήτων θα
συνέβαλλε στην δημιουργία μιας ευκαιρίας για την έναρξη της κάθαρσης του
ελληνικού πολιτικού συστήματος), μπορεί να αξιοποιηθεί και από ποιο θεσμικά
επιφορτισμένο όργανο της Πολιτείας. Πάντως το όργανο αυτό δεν ανήκει στην
νομοθετική και εκτελεστική εξουσία. Πόσο μάλλον που ως δημόσιο έγγραφο απαγορεύεται
η υπεξαγωγή του (καθώς και η όποια υποκειμενική απόφαση για αξιοποίησή του ή μη
καθώς και η απόκρυψή του από τις αρμόδιες δικαστικές αρχές!).
Επειδή
συνηθίζω να αναπαράγω σε άρθρα μου συχνά για τα δημοσιονομικά δεδομένα, αυτή τη
φορά, ας εστιάσω στην αναγκαία συνθήκη για να αποδώσουν οι όποιες, εν πολλοίς
στρεβλές και αδιέξοδες, οικονομικές πολιτικές που εν μέρει προωθούνται εκ των
δανειστών (πάντως εφόσον ξεβρομίσει το πολιτικό σύστημα τότε τα δημοσιονομικά
δεδομένα ίσως αποδώσουν). Βέβαια, το ζήτημα είναι πώς, εφόσον επιμένει το
πολιτικό σύστημα στο να προκρίνει ένα μίγμα οικονομικής πολιτικής που αφήνει
στο απυρόβλητο τους φοροφυγάδες και στο άσυλο της άνισης αντιμετώπισης τον
ιδιωτικό με το δημόσιο τομέα. Εφόσον συνεχιστεί αυτή η διαστροφή, τότε τα μέτρα
απλά θα είναι ολοένα και πιο άδικα για εκείνους που δεν φταίνε για την κατάντια
στην οποία περιήλθε το Κράτος τα τελευταία χρόνια. Η κάθαρση του πολιτικού
συστήματος λοιπόν είναι η βάση για την σύναψη ενός νέου κοινωνικού συμβολαίου
που θα αλλάξει παράλληλα το μίγμα της οικονομικής πολιτικής. Δεν γίνεται ένα
πρόβλημα, όπως είπε ο Einstein, να επιλυθεί από το επίπεδο σκέψης το οποίο το
δημιούργησε. Το ίδιο το πολιτικό σύστημα εφόσον αδυνατεί να προβεί σε μια
αυτοκάθαρση, τότε η δικαστική εξουσία, ως μια από τις εξουσίες, οφείλει να
συμβάλλει σ’ αυτό δείχνοντας το δρόμο για την εκθεμελίωση του σάπιου αυτού
συστήματος που συντηρείται από το παρακράτος και τους κομματάνθρωπους της
διαφθοράς που ζημίωσαν τις υφιστάμενες και επόμενες γενιές.
Το
2013 είναι η μοναδικά τελευταία ευκαιρία να θέσουμε τους στόχους της κοινωνίας
που θέλουμε να δημιουργήσουμε καθώς και τα μέσα για το σκοπό αυτό. Η κοινωνία
δεν είναι μια άμορφη μάζα γενικών συμφερόντων χλωμή ανταγωνισμών. «Βαλκανιζατέρ,
χωρίς αμορτισέρ, Ευρώπη, Βαλκάνια, Ελλάδα. Είμαστε πρώτοι, και τελευταίοι,
είμαστε αθώοι, απατεώνες και γενναίοι. Είμαστε πρώτοι και τελευταίοι,
αριστοκράτες και φριχτοί μικρομεσαίοι, ακροβάτες και λαθραίοι, προδότες,
σουλιώτες κι αδέσποτοι κι ωραίοι». Τα υγιή κομμάτια της κοινωνίας, όπως εκείνα
θα εκφραστούν, με όση δύναμη κι αν διαθέτουν, φέρουν το βάρος για την αλλαγή
του πολιτικού συστήματος και κατά συνέπεια του ρου της ιστορίας της χώρας. Τώρα
είναι η ευκαιρία, που δεν παραγράφεται κανένα αξιόποινο, αντίθετα με ότι
νομίζουν όλοι οι πλανημένοι νομιμοκύρηκες που ερμηνεύουν γραμματικά (από εκεί
φαίνεται και η αξία τους ως επιστήμονες) το νόημα των κανόνων που οι ίδιοι
έχουν θεσπίσει.
Το
σίγουρο είναι πως τούτο το σαράβαλο, το δίχως αμορτισέρ, είναι στο χέρι μας να
γίνει ένα καινούριο όχημα για το μέλλον των επομένων γενιών.
του
Γιάννη Τζιουρά,
Διεθνολόγος-
Πολιτικός Επιστήμων,
Υπ.
Διδάκτωρ Νομικής ΑΠΘ
0 Σχόλια