Αρχιμανδρίτης π. Χρυσόστομος Ζαφειρόπουλος. Η Ζωή και το έργο του. 41 χρόνια από τον θάνατό του. Γράφει ο Διαμαντής Βαχτσιαβάνος

 



«Όπου δεν υπάρχει Χριστός, δεν γίνονται θαύματα. Όπου γίνονται, είναι προσκυνούμενα και όχι εξηγούμενα»

Ο π. Χρυσόστομος Ζαφειρόπουλος γεννήθηκε το 1921 στην Κερπινή του Ν. Αρκαδίας και ήταν το πέμπτο παιδί της οικογένειας του Χρήστου και της Μαργαρίτας Ζαφειροπούλου, με το όνομα Ζαφείρης.

Το έτος 1942 εγγράφεται στην Ιατρική και όπως έλεγε ο ίδιος «το ήθελα πολύ να γίνω γιατρός από μικρός». Ενώ ήταν στο 4ο έτος της Ιατρικής, γράφεται παράλληλα στη Ριζάρειο Εκκλησιαστική Σχολή και ντύνεται στο χακί υπηρετώντας την Πατρίδα από το 1946 έως το 1949, με το βαθμό του ανθυπολοχαγού.

Τελικά τον κέρδισε η Δυτική Μακεδονία, όταν ήρθε να παραλάβει τα οστά του αδελφού του, ο οποίος είχε σκοτωθεί στον εμφύλιο. Κατά τη διαδρομή αυτή, από νάρκη σκοτώθηκαν όλοι οι επιβαίνοντες του αυτοκινήτου, κοντά στην Έδεσσα, αλλά ο ίδιος επέζησε!

Έλεγε για το γεγονός αυτό: «Γιατί μου χαρίστηκε η ζωή; Μήπως για να τη χαρίσω κι εγώ με τη σειρά μου εκεί που πρέπει;». Και έτσι, έχοντας και την προτροπή του μητροπολίτη Σιατίστης Ιάκωβου, ήρθε το 1953 και εγκαταστάθηκε στην Ι.Μ. Κοιμήσεως Θεοτόκου Μικροκάστρου.

Η χειροτονία του έγινε την Κυριακή 9 Αυγούστου 1953 στον Ι.Ν. Αγίας Τριάδας Σιατίστης ως διακόνου, από τον μητροπολίτη Ιάκωβο. Στις 15 Αυγούστου, στην Ι.Μ. Κοιμήσεως Θεοτόκου Μικροκάστρου, χειροτονήθηκε ιερέας, του παραχωρήθηκε το οφίκιο του αρχιμανδρίτη και εγκαταστάθηκε στη Μονή ως ηγούμενος και ιεροκήρυκας της Ι.Μ. Σιατίστης.

Αρχές του 1956 φοίτησε στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης, στα Πριγκιπόννησα. Το 1959 αποφοίτησε με άριστα από τη Σχολή και ο Πατριάρχης Αθηναγόρας τον πρότεινε για τη θέση του επισκόπου της Επισκοπής του Σικάγου, που ανήκει στην Αρχιεπισκοπή Βορείου και Νοτίου Αμερικής.

Αρνήθηκε την μεγάλη αυτή θέση, όπως είχε αρνηθεί προτεινόμενες θέσεις στα Πατριαρχεία Ιεροσολύμων και Αλεξανδρείας. Προτίμησε να γυρίσει στην Ι.Μ Μικροκάστρου, εκεί που βρισκόταν πριν φύγει για τη Χάλκη.

Αγάπησε την Ι.Μ. Μικροκάστρου και είχε την πνευματική εποπτεία των ιδρυμάτων αυτής (πρεβεντόριο, ορφανοτροφείο, γηροκομείο).

Το 1961 κατετάγη στο Α’ΣΣ (Κοζάνη) ως διευθυντής της θρησκευτικής υπηρεσίας του Α΄ΣΣ, με τον βαθμό του λοχαγού, Με την παραίνεση όμως και του μητροπολίτη Σιατίστης Πολύκαρπου, μετά από κάποια χρόνια στην στρατιωτική υπηρεσία, ξαναγυρίζει εκεί που βρισκόταν η ψυχή του. Γύρισε στα θρησκευτικά του καθήκοντα, επιλέγοντας ως έδρα του αυτή τη φορά το Τσοτύλι. Αυτό έγινε στις 14 Μαΐου 1965.

Ήταν άνθρωπος της προσφοράς και έτσι τον θυμούνται όλοι. Τα εκπαιδευτήρια Τσοτυλίου, ορφανοτροφείο, οικοτροφείο κλπ. ήταν στην εποπτεία του. Τα ιδρύματα και η γενικότερη προσφορά στον πάσχοντα συνάνθρωπο, ήταν η ιδιαίτερη αδυναμία του. Όλα λειτουργούσαν με απόλυτο έλεγχο και πλήρη διαφάνεια. Έλεγε «σε δυο αφέντες έσκυψα μόνο. Στο Θεό και στο νόμο».

Όμως δεν μπορούσε να καταλάβει και την ολιγοπιστία, γιατί πίστευε απλά και απόλυτα, λέγοντας «η πίστη είναι τρέλα, ή πιστεύεις όμως ή δεν πιστεύεις. Αυτό βιώνεται, δεν καταλαβαίνεται».

Η πόρτα του Επισκοπείου ήταν ανοιχτή για όλους και οι πάσχοντες συνάνθρωποι στη φτωχή επαρχία Βοΐου είχαν την αμέριστη φροντίδα του. Τα χρήματα που συγκεντρωνόταν κάθε φορά, χρησιμοποιούνταν σε έργα και υπήρχε απόλυτη διαφάνεια.. Όπως υπήρξαν και ευεργέτες που βοήθησαν πολύ στα έργα που συντελούνταν.

Όλοι γνώριζαν το φιλανθρωπικό έργο του π. Χρυσόστομου Ζαφειρόπουλου, αλλά ο ίδιος ποτέ δεν ήθελε δημοσιότητα γι’ αυτό. Έλεγε «για μένα δεν υπάρχει χειρότερη εκδήλωση φιλανθρωπίας, από το να δίνεις σε κάποιον ένα πιάτο φαγητό και να βγαίνεις και φωτογραφία μαζί του», συμπληρώνοντας «όλα τ’ ακούω, τα βλέπω, τα καταλαβαίνω, αλλά έχω μια αρχή, πάντοτε σέβομαι τον άνθρωπο»!

Από την πρώτη μέρα εγκατάστασής του στο Τσοτύλι, γύριζε όλα τα χωριά, για να γνωρίσει τον κόσμο και ν’ ακούσει τα προβλήματά του. Τιμούσε ιδιαίτερα τα μοναστήρια.

Τον Ιανουάριο 1973 αποχώρησε – λόγω απόφασης περί ηλικίας – από τη Σιάτιστα ο μητροπολίτης Πολύκαρπος και το όνομα του π. Χρυσόστομου Ζαφειρόπουλου περιλήφθηκε στον πίνακα «εκλογίμων προς αρχιερατείαν». Τηλεγραφήματα από παντού και σύσσωμος ο κόσμος του Βοΐου ζητά να γίνει ο νέος μητροπολίτης Σιάτιστας.

Στις 23 Μαΐου όμως, τη θέση αυτή κατέλαβε ο Αντώνιος Κόμπος. Η επιθυμία των κατοίκων του Βοΐου δεν συγκίνησε καθόλου την Ιεραρχία!

Κανένα παράπονο δεν άκουσε κανείς από τον π. Χρυσόστομο, ο οποίος συνέχισε το έργο του στο Τσοτύλι. Από τις αρχές του 1980 όμως, η υγεία του είχε κλονισθεί. Την Κυριακή 21 Δεκεμβρίου 1980 χτύπησε για πρώτη φορά πένθιμα η καμπάνα του Επισκοπείου. Σιωπηρά και ήρεμα εκείνο το πρωινό, είχε αναχωρήσει ο π. Χρυσόστομος.

«Τα πνευματικά μου παιδιά θέλω να γελούν, διότι έτσι τους εδίδαξα περί του λεγόμενου θανάτου» είχε γράψει!

Το σκήνωμά του μεταφέρθηκε στην Αγία Μαρίνα και την ημέρα εκείνη χιόνιζε συνέχεια. Ο π. Χρυσόστομος ήταν ο «ΑΓΙΟΣ ΤΣΟΤΥΛΙΟΥ»!

Όλοι οι παρόντες στην εξόδιο ακολουθία εξέδωσαν ψήφισμα, το οποίο δημοσίευσαν στην εφημερίδα «Τσοτύλι ’77» και μεταξύ άλλων γράφουν: «Να υποβληθή ευλαβώς προς την σεπτήν Ιεράν Σύνοδον» της του Χριστού Εκκλησίας αίτημα του συνόλου των ευλαβών κατοίκων της περιοχής του Ιερού Επισκοπείου Τσοτυλίου, όπως ανακηρυχθεί ο μεταστάς Χρυσόστομος Ζαφειρόπουλος νεομάρτυς της Χριστιανικής Ορθοδόξου Πίστεως».

Ο «Άγιος Τσοτυλίου» ξεκίνησε από την Ιατρική για να γίνει θεολόγος, γιατρός των ψυχών. Ο Ιωάννης Ζηκόπουλος, διευθυντής της εφημερίδας Δυτικής Μακεδονίας έγραψε την 1η Ιανουαρίου 1981: «Ο Πατήρ εξέλιπεν. Η επαρχία ωρφάνεψεν…».

Από την Κερπινή του Ν. Αρκαδίας το 1921, ο π. Χρυσόστομος έκανε αυτή την μακρινή διαδρομή, με πρώτη στάση στην Ι.Μ. Παναγίας Μικροκάστρου, για να μείνει ως το τέλος της ζωής του, 21 Δεκεμβρίου 1980, στο Τσοτύλι! Ετάφη, κατά δική του επιθυμία, όπισθεν του Ιερού Βήματος του Ιερού Ναού Αγίου Νεκταρίου Τσοτυλίου. Ο σύγχρονος «Άγιος Τσοτυλίου»! Όσοι τον γνωρίσαμε, τον θυμόμαστε με σεβασμό και αγάπη! Μακάρι η ζωή και το έργο του να βρουν μιμητές…










Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια