Σύλλογος Μεταξιωτών Κοζάνης: Περιγραφή για το το σφάξιμο του γουρουνιού

 


Το γουρούνι στο χωριό του Μεταξά, ήταν αναπόσπαστο μέρος της ζωής των κατοίκων. Κάθε σπίτι είχε το δικό του γουρούνι. Το αγόραζαν στα Σέρβια την ημέρα του πανηγυριού του Αγίου Θεοδώρου, το τάιζαν σχεδόν όλο το χρόνο, για να το σφάξουν» τα κουλιέντρ» Παραμονή Χριστουγέννων. Η μέρα αυτή ήταν γιορτή για κάθε σπίτι κι έκλεινε πάντα με φαγοπότι κι ευχές.

Η διαδικασία της σφαγής ήταν ένα είδος τελετής. Ο νοικοκύρης φρόντιζε ώστε το σημείο της αυλής που θα έσφαζαν το γουρούνι να είναι καθαρό, γιατί συνήθως την ημέρα αυτή όλα ήταν σκεπασμένα με χιόνι. Στο σφάξιμο συμμετείχαν 4-5 άντρες και οι γυναίκες του σπιτιού. Οι άντρες αφού έφερναν το ζώο από το γουρνοκούμασο στην αυλή, το ξάπλωναν ανάσκελα, το ακινητοποιούσαν και το θανάτωναν. Η νοικοκυρά έφερνε το φτυαράκι με κάρβουνα αναμμένα και θυμίαμα και τα τοποθετούσε στο σφαγμένο ζώο. Με το θυμιάτισμα έδιωχνε τα κακά δαιμόνια από το κουφάρι του ζώου. Μετά τη σφαγή , με το υνί από το αλέτρι, το οποίο νωρίτερα είχαν βάλει στη φωτιά για να πυρωθεί (να κοκκινίσει) καψάλιζαν το τρίχωμα της κοιλιάς. Αφαιρούσαν με προσοχή το καψαλισμένο τμήμα, μαζί με το υποδόριο λίπος. Αυτή η μακρόστενη ταινία, η «φασκιά», λέγονταν «γκλίνα», και την κρεμούσαν χωριστά στις γριντιές.

Σειρά είχε το γδάρσιμο του ζώου, που γινόταν με μεγάλη προσοχή , ώστε να μην κοπεί το δέρμα από το οποίο θα γινόταν τα τσαρούχια (γουρνοτσάρουχα). Τα παιδιά παρακολουθούσαν με προσοχή το γδάρσιμο και περίμεναν με αγωνία να πάρουν τη φούσκα (κύστη του ζώου), να τη φουσκώσουν σαν μπαλόνι και να γίνει η μπάλα που δεν είχαν. Έπαιζαν με την ψυχή τους και μελαγχολούσαν όταν έσπαζε. Άντε να περιμένουν ως του χρόνου!!!

Τίποτε δεν πήγαινε χαμένο εκείνα τα χρόνια από ένα γουρούνι.

Αφού το σφαχτό πάγωνε (το κρεμούσαν από τη γριντιά), οι σφάχτες του ζώου αφαιρούσαν το στρώμα λίπους. Το λίπος αυτό αργότερα οι νοικοκυρές το έβραζαν στα καζάνια κι έπαιρναν τη λίγδα. Από το λίπος αυτό γινόταν οι τσιγαρίδες. Τη λίγδα την αποθήκευαν και τη χρησιμοποιούσαν στο μαγείρεμα κατά τη διάρκεια του έτους. Έφτιαχναν τις πίτες, έφτιαχναν τη λιγδοπάπαρα, ένα πρόχειρο φαγητό, που τις κρύες μέρες του χειμώνα ήταν απόλαυση.

Επίσης τα υπολείμματα από το λιώσιμο του γουρουνιού (σαλαμούρα) και ότι άλλο λίπος περίσσευε από το πλύσιμο των σκευών οι άνθρωποι δεν το πετούσαν, αλλά το έκαναν σαπούνι.

Ακολουθούσε ο τεμαχισμός του ζώου, ώστε κάθε κομμάτι να πάρει την ανάλογη μορφή για την κατανάλωση ή τη συντήρηση του. Ψυγείο δεν υπήρχε τότε στο χωριό και οι άνθρωποι είχαν βρεί τρόπους να συντηρήσουν για λίγους μήνες το κρέας. Άλλο μέρος του κρέατος ήταν για μαγείρεμα, άλλο για παστουρμά, άλλο για μπισιουρτή με λίπος. Τα κόκκαλα με το λιγοστό κρέας τα μαγείρευαν με τραχανά, ένα νοστιμότατο φαγητό. Τα αυτιά, η ουρά, τα πόδια ήταν η πρώτη ύλη για να φτιάξουν πατσά (πατσιά). Το παχύ μέρος του κεφαλιού (το μαγούλι) ψήνονταν καλά στο φούρνο που έψηναν παλιότερα το ψωμί.

Από την κοιλιά του γουρουνιού κρατούσαν μόνο τα έντερα, για να φτιάξουν τα λουκάνικα. Πολλές νοικοκυρές κρατούσαν και το συκώτι με την καρδιά του ζώου, τα οποία ψήνανε. Την κοιλιά τη γέμιζαν με κρέας στουμπισμένο με το τσεκούρι, με ρύζι κι’ άλλα μυρωδικά, την ψήνανε και όλοι τρώγανε με ευχαρίστηση.

Έτσι οι άνθρωποι του Μεταξά είχαν εξασφαλίσει από το γουρούνι όλα τα καλά για να γιορτάσει το σπιτικό τους το Δωδεκαήμερο αλλά και να καλύψουν τις ανάγκες τους για τον υπόλοιπο χειμώνα.


Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια